"Ευτυχία δεν είναι να κάνεις πάντα αυτό που θέλεις, αλλά να θέλεις πάντα αυτό που κάνεις" (Λέων Τολστόι)

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Όλα όσα θα ήθελαν τα παιδιά να πουν στους γονείς τους για το διαζύγιο


Τα παιδιά συχνά αισθάνονται ή είναι πραγματικά αβοήθητα όταν οι γονείς τους παίρνουν διαζύγιο. Πρόκειται για μια πολύ συναισθηματική στιγμή για τους γονείς, και τα παιδιά γίνονται μέρος της σύγκρουσης, αφού ο κάθε γονέας χωριστά αποφασίζει τι είναι προς το συμφέρον των παιδιών σύμφωνα με τα δικά του πιστεύω.

Υπάρχουν μερικοί γονείς που μπορούν να συνεχίσουν την ανατροφή των παιδιών τους και να διατηρήσουν μια πολιτισμένη, αν όχι φιλική, σχέση με το πρόσωπο με το οποίο αποχωρίζονται για το υπόλοιπο της ζωής τους. Για όσους δεν μπορούν, φαίνεται ότι τα παιδιά έχουν πολλά να πουν γι 'αυτό. Αν και όταν σας πουν  τι σκέφτονται, είναι μια καλή ιδέα να ακούσετε με προσοχή μερικά από τα λόγια της σοφίας που έχουν να προσφέρουν. Εδώ είναι μερικά παραδείγματα:

Τα παιδιά δεν θέλουν:
... να δουν τους γονείς τους να μαλώνουν. Τους κάνει να αισθάνονται άσχημα για τον εαυτό τους.

... να μιλάτε μαζί τους για το διαζύγιο και θέματα ενηλίκων που έτσι κι αλλιώς δεν καταλαβαίνουν.

... να ακούν σχετικά με θέματα οικονομικά, διατροφής ή επιμέλειας παιδιών. Αισθάνονται λιγότερο παιδιά και περισσότερο σαν υλικά αγαθά.

... να τους κάνετε ερωτήσεις σχετικά με το τι συμβαίνει στο σπίτι του άλλου γονέα τους. Νιώθουν σαν πρέπει να μπουν στο ρόλο του κατασκόπου.

... να τα χρησιμοποιείτε ως αγγελιοφόρους για οτιδήποτε χρειάζεται για να ειπωθεί από το ένα σπίτι στο άλλο. Αυτό σημαίνει ότι είναι αυτά που έχουν να αντιμετωπίσουν την αντίδραση του άλλου γονέα, και αυτό τους κάνει να αισθάνονται φοβισμένα και ανήσυχα.

... να αισθάνονται άσχημα για την αγάπη του άλλου γονέα τους. Αισθάνονται προστασία και από τους δύο γονείς, δεν μπορούν να καταλάβουν ποιο είναι το σωστό, και να αισθάνονται ένοχα.

... να αισθάνονται άσχημα όταν είναι στο τηλέφωνο με τον άλλο γονέα τους. Αισθάνονται πιεσμένα και από τους δυο γονείς και είναι σίγουρο ότι δεν θέλουν να επιλέξουν ανάμεσα σε τους δυο.

... να σταματήσουν να βλέπουν τον άλλο γονέα τους. Είναι πολύ αγχωτικό να βρίσκονται στη μέση χωρίς να το θέλουν. Θέλουν να είναι σε θέση να σας αγαπούν πλήρως και χωρίς ενοχές.

... να ακούνε τον ένα από τους γονείς τους να κατηγορεί τον άλλο για ό, τι πήγε λάθος με τη ζωή τους. Είναι πολύ μικρά για να μπορούν να αντιμετωπίσουν όλα αυτά, και αυτό είναι πολύ αγχωτικό γι 'αυτά.

... ένας από εσάς να αγνοήσει το άλλο, όταν είσαι σε μία από τις αθλητικές τους ή άλλου είδους εκδηλώσεις. Απλά λειτουργήστε ως ενήλικες και μην τα φέρετε σε δύσκολη θέση.

... να πρέπει να ανησυχούν για το τι μπορούν ή δεν μπορούν να φέρουν μαζί τους όταν πηγαίνουν πέρα ​​δώθε μεταξύ των σπιτιών σας. Θέλουν μόνο να μπορούν να έχουν τα πράγματα τους όποτε το επιθυμούν.

 ... να πρέπει να απαντήσουν σε ερωτήσεις που τους κάνουν να επιλέξουν ανάμεσα σε εσάς, ειδικά για το πού θέλουν να ζήσουν. Νομίζουν ότι είναι άδικο.

... να είναι όλα τόσο άκαμπτα. Τους αρέσει πολύ καλύτερα, όταν όλοι είναι ευέλικτοι και δεν προσκολλώνται στη ζωή που έκαναν πριν και στις προηγούμενες επιλογές τους.

... να μιλάτε μαζί τους για τα πάντα. Θα προτιμούσαν να βρείτε έναν φίλο ή έναν θεραπευτή για να μιλήσετε για όσα σας απασχολούν, αντί να τα μεταφέρετε σε αυτά, που έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά.

Αν είστε σε οποιοδήποτε στάδιο του διαζυγίου, ίσως αυτές τις ιδέες να σας βοηθήσουν όταν έρχεστε σε επαφή με τα παιδιά σας.


Πηγη: www.goodtherapy.org 

Γιατρεύοντας την καρδιά από τον εαυτό της



«Πρώτα πρώτα, ο έρωτας έχει το προνόμιο μιας αχρέωστης ερωτικής επιλογής. Το να αγαπιέμαι από κάποιον και να ανταποκρίνομαι στην αγάπη του, δεν έχει καμία σχέση με τις αρετές μου ή τις αρετές του. Κανένα ιδιαίτερο προσόν ή ψυχική ευγένεια δε βαραίνει στην ερωτική επιλογή. Μπορούμε να νιώσουμε το ίδιο ξέφρενο πάθος για ένα δειλό ή έναν ήρωα. Έτσι, ακόμα και η δημοκρατικότερη κοινωνία δε θα μπορούσε ποτέ να διορθώσει αυτή τη θεμελιώδη αδικία που συνίσταται στο αυθαίρετο της ερωτικής επιλογής. Ως προς αυτό, ο έρωτας αποτελεί μια κατάφωρη διάψευση όλων των ουτοπιών της δικαιοσύνης. Μπορεί να φτάσει σε μεγαλειώδη ύψη ή να εκπέσει σε βάραθρα σιχαμερότητας, είναι εντελώς ξένος προς τις έννοιες της προόδου και της αξίας. Ο έρωτας του άλλου δεν είναι κάτι που το κερδίζω με την αξία μου, μου προσφέρεται δωρεάν σαν μια ανείπωτη χάρη. Το να θέλουμε να θεραπεύσουμε το συναίσθημα από τον ίδιο τον εαυτό του, από τη σκοτεινή πλευρά του, είναι σαν να θέλουμε να το στειρώσουμε. Με την ικανότητά της να μεταμορφώνει ένα τυχαίο πλάσμα σε «πλάσμα ψυχής» (Προυστ), η καρδιά προσδίδει στο αγαπώμενο πρόσωπο, ακόμα και στο πιο ταπεινό, μια πληρότητα, ένα μεγαλείο που το ξεχωρίζει από τους κοινούς θνητούς. Χάρη στον έρωτά μου, το λατρεμένο πλάσμα γίνεται μια τρομακτική και ελεύθερη δύναμη που μάταια προσπαθώ να την εξημερώσω. Όσο περισσότερο προσκολλώμαι σε αυτό, τόσο περισσότερο απομακρύνεται από μένα, τόσο πιο απρόσιτο γίνεται, αποκτά διαστάσεις ασύλληπτες.

Αγαπώ σημαίνει παραχωρώ στον άλλο, με την πλήρη θέλησή μου, κάθε εξουσία επάνω μου, υποτάσσομαι στα καπρίτσια του, τίθεμαι κάτω από την κυριαρχία ενός δεσπότη ευμετάβολου όσο και γοητευτικού. Με μια λέξη του, με μια ανάλογη αλλαγή της συμπεριφοράς του, ο αγαπημένος μπορεί να με ανεβάσει στα ουράνια ή να με ρίξει στα τάρταρα. Όταν δενόμαστε με εκείνον ή με εκείνη, για τους οποίους δε γνωρίζουμε πια τίποτα άλλο παρά μόνο πως τους λατρεύουμε, τοποθετούμαστε σε κατάσταση τρωτότητας, εμφανιζόμαστε γυμνοί, ανυπεράσπιστοι. Και στο μέτρο που οι σχέσεις μας με αυτό γίνονται όλο και πιο στενές, το αγαπημένο πλάσμα δε μεταμορφώνεται μόνο σε έναν ξένο, αλλά προπάντων αντιπροσωπεύει τη δυνατότητα τόσο της έκστασης όσο και της πτώσης. Ακούγοντάς το, λατρεύοντάς το, περιμένοντάς το, υποτασσόμαστε σε μια τελεσίδικη ετυμηγορία: γινόμαστε αποδεκτοί ή απορριπτόμαστε. Από αυτόν λοιπόν που αγαπώ περισσότερο, μπορώ να φοβάμαι και το χειρότερο: ο χαμός ή η φυγή του, που θα μου απόκοβε ένα ουσιαστικό τμήμα του εαυτού μου. Ο έρωτας μας λυτρώνει από το αμάρτημα της ύπαρξης -όταν αποτυχαίνει, νιώθουμε συνθλιμμένοι από τη ματαιότητα της ζωής. Το φρικιαστικό στην ερωτική οδύνη είναι πως τιμωρούμαστε, επειδή αγαπώντας τον άλλο, θελήσαμε ό,τι το καλό γι’ αυτόν. Δεν πληρώνουμε για ένα σφάλμα, αλλά για μια μη αποδεκτή προσφορά. Και αυτοί που απορρίπτονται στις εξετάσεις του έρωτα, δε μπορούν να προσφύγουν σε αναθεώρηση -δε μπορούν να ενοχοποιήσουν κανέναν άλλο και μένουν εγκαταλειμμένοι και αθόρυβοι.

Υπάρχει βεβαίως και η ευτυχία του έρωτα, η ευτυχία της συνενοχής, των μοιρασμένων δοκιμασιών, η ευτυχία να ξεφεύγεις από τα όρια του εαυτού και να εγκαταλείπεσαι με πλήρη εμπιστοσύνη στον άλλο, αλλά είναι μια ευτυχία που φέρει εντός της το σπέρμα του ίδιου του αφανισμού της, όταν εκφυλίζεται σε κυριακάτικη ηρεμία. Φυσικά υπάρχει πάντα η δυνατότητα να εκθρονίσουμε τον άλλο από την περίοπτη θέση του, και με την υπερβολικά στενή συμβίωση να τον κάνουμε προβλέψιμο, τόσο οικείο όσο ένα έπιπλο ή ένα φυτό. Όμως πρόκειται για μια θλιβερή εξέλιξη -και στους δεσμούς μας ταλαντευόμαστε ανάμεσα στο φόβο πως δεν ξέρουμε καθόλου τον άλλο και την απελπισία πως τον γνωρίζουμε υπερβολικά. Η πρώτη πληγή που μας προκαλεί το αγαπημένο πρόσωπο είναι τότε που μας φαίνεται πλούσιο από έναν ισχυρό, γοητευτικό δυναμισμό που αδυνατούμε να τον συλλάβουμε ή να τον παρακολουθήσουμε. Υπάρχει μια δεύτερη πληγή που γεννιέται από την άκρα διαφάνεια του υπερβολικά ανθρώπινου, υπερβολικά προβλέψιμου άλλου που, χάνοντας την αλαζονεία, την αγριότητά του, έχασε ταυτόχρονα και κάθε θέλγητρο. Σε αυτό το πεδίο η νίκη δεν ξεχωρίζει πια από την πανωλεθρία και ταλαντευόμαστε μονίμως ανάμεσα στη βιαιότητα του αγνώστου και τη γαλήνη του πολύ γνωστού. Στην πρώτη περίπτωση, ο άλλος μού ξεφεύγει κι εγώ προσπαθώ απεγνωσμένα να τον προλάβω, στη δεύτερη του ξεφεύγω εγώ, στο μέτρο που αυτός μου έχει γίνει προσιτός, ενταγμένος στην καθημερινότητα της ζωής μου. Είχα διαμελιστεί, απογειωθεί από τον ίδιο τον εαυτό μου, και να που συνέρχομαι, ξαναγίνομαι ακέραιος. Αλλά ανταλλάσσοντας την αδυναμία με την ασφάλεια, έχασα και έναν απαραίτητο αναταραγμό. Επειδή το πιο φριχτό απ’ όλα είναι η επιβίωση του ζευγαριού σε μια κατάσταση ήρεμου αυτοματισμού. Μόλις λύσω το βασανιστικό αίνιγμα που αντιπροσωπεύει για μένα ο άλλος, τον πεζοποιώ: για να πάψω να βασανίζομαι από την υπερβολική του απόσταση, τον έκανα τόσο οικείο μου, ώστε τώρα υποφέρω από την ενοχλητική του εγγύτητα. Χθες ακόμα τον ένιωθα απόντα ως και τη στιγμή της πιο έντονης σαρκικής συνάφειας, και ζούσα με τον τρόμο της εγκατάλειψης -και να που έγινε προβλεπτός, σμικρυμένος σε ένα μηχανικό “αγάπη μου”, ανίκανος πια να με εκπλήξει.

Εννοείται πως όλοι οι έρωτές μας δεν είναι δυστυχισμένοι, όμως όλοι στοιχειώνονται από το φάσμα της εξαφάνισής τους. Συνεπώς δεν υπάρχει λύση για τον ερωτικό πόνο: σαν τους αϋπνικούς, αρκούμαστε να αλλάζουμε πλευρό, να αιωρούμαστε ανάμεσα στη θλίψη του χωρισμού και τη θλίψη της μονοτονίας, ανάμεσα στην ευτυχία της έντασης και την ευτυχία του εφησυχασμού. Δεν υπάρχει πάθος που να μην τρέφεται από την ανησυχία, και ο έρωτας δεν είναι παρά μια κατάσταση ευφορικής οδύνης, αβάσταχτη αλλά και θεϊκή συνάμα. Αυτό είναι το παράδοξό του: είναι μια αγωνία που γεννά τη χαρά, μια απολαυστική σκλαβιά, ένα εξαίσιο κακό που η εξαφάνισή του μας σκοτώνει. Όποιος δε διακινδυνεύει να υποφέρει δε θα μπορέσει ποτέ του να αγαπήσει. Και μήπως ο πιο λεπτός ανατόμος των συμφορών του έρωτα και των συμφορών του μη-έρωτα δεν ήταν ένας άντρας, ο Μαρσέλ Προυστ; Κανένα φύλο δεν έχει το αποκλειστικό προνόμιο του θάμβους και της απελπισίας -η πλήρης συναισθηματική μας προσήλωση σε ένα πλάσμα συνεπάγεται αγωνιώδεις αβεβαιότητες όσο και χαρές. Αγαπώ σημαίνει ζω μες στην αέναη συνύπαρξη του τρόμου και του θαύματος». (Απόσπασμα από το δοκίμιό του Ο Πειρασμός της Αθωότητας, εκδ. Αστάρτη).


Ο Μπρυκνέρ είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Γάλλους συγγραφείς. Γράφει εναλλάξ μυθιστορήματα και δοκίμια, αρθρογραφεί στο Νουβέλ Ομπσερβατέρ, είναι διδάκτωρ της φιλοσοφίας στο Ινστιτούτο Πολιτικών επιστημών του Παρισιού και διδάσκει ως καθηγητής επισκέπτης σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Συμμετείχε στον αναβρασμό του Μάη του ’68, τα ψέλνει εμμονικά στις φεμινίστριες και στην Ευρώπη που επαναπαύεται στον λήθαργό της κι έχει γράψει δοκίμια για την αέναη ευφορία της δύσης και μια σειρά από τα σύγχρονα σύνδρομα που, όπως όλα δείχνουν, μας έφεραν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης από τους Ελληνες αναγνώστες και ο ίδιος επισκέπτεται συχνά τη χώρα μας. Ανάμεσα στα μυθιστορήματά του, ξεχωρίζουν Τα Μαύρα Φεγγάρια του Έρωτα (εκδ. Αστάρτη), Το Θείο Βρέφος (εκδ. Αστάρτη), Η Μελαγχολική Δημοκρατία (εκδ. Αστάρτη) και η Αέναη Ευφορία (εκδ. Αστάρτη).

Πηγη: http://www.doctv.gr

Μπορεί επίσης να σας ενδιαφέρει: